aegeanman.com
             

    Το αρχείο των απολιθωμάτων των ανθρωποειδών και των ανθρωπιδών του

    Μειοκαίνου και του Πλειοκαίνου

 

    α. Απολιθώματα της Μειόκαινου εποχής

     Τα απολιθώματα των ανθρωποειδών του Μειόκαινου (24- 5 εκ. έτη πριν) είναι πάρα πολύ σημαντικά, δεδομένου ότι μέσα σε αυτή την εποχή διαμορφώθηκαν οι κλάδοι των μεγάλων πιθήκων και των ανθρώπων, με τα αντιπροσωπευτικά δείγματα τους να μοιάζουν πλέον εμφανώς με αυτή την ομάδα. Επιπλέον, κάποτε στην διάρκεια αυτής της περιόδου φαίνεται να διαχωρίστηκε ο κλάδος της ανθρώπινης καταγωγής από αυτήν του χιμπαντζή. Έως και πριν από 40 χρόνια μάλιστα, με βάση τα ανακαλυφθέντα δείγματα, οι παλαιοντολόγοι πίστευαν ότι ο διαχωρισμός αυτός συνέβη το Μέσο Μειόκαινο (~ 15 εκ. έτη πριν) στηριζόμενοι σε κάποια ανατομικά χαρακτηριστικά των ανακαλυφθέντων δειγμάτων, όπως η διαμόρφωση των τραπεζιτών. Εντούτοις από τότε και μετά, τα μοριακά στοιχεία πρότειναν ότι ο διαχωρισμός του ανθρώπου και χιμπαντζή συνέβη πολύ πιο πρόσφατα, ~ 5 εκ. έτη πριν. Δεδομένου ότι αναμφισβήτητοι πρόγονοι του γορίλλα και του χιμπαντζή δεν έχουν ακόμη ανακαλυφθεί σε μια ηλικία παλαιότερη του ενός εκατομμυρίου ετών (ενώ δίποδοι ανθρωπίδες εμφανίζονται από τα 4 εκ. έτη στην Α.Αφρική), η ηλικία απόκλισης των 5 εκ ετών δεν έχει επιβεβαιωθεί από το αρχείο των απολιθωμάτων. Από την άλλη, με την εξαίρεση των πρόσφατα αξιολογημένων δειγμάτων του Morotopithecus, όλα τα Πρώιμου και Μέσου Μειοκαίνου ανθρωποειδή (Proconsul, Afropithecus, Kenyapithecus) δεν παρουσιάζουν τις δενδρικές ειδικεύσεις του σκελετού των μεγάλων πιθήκων (αναρρίχηση, αιώρηση κ.λ.π), αλλά αντίθετα δείχνουν μια πιο εδαφόβια συμπεριφορά, όπως ο τετραποδισμός. Επομένως φαίνεται εύλογο ότι την εποχή που ο ανθρώπινος κλάδος θα ακολούθησε μια προσαρμογή (δια μέσου του διποδισμού) σε ανοιχτά περιβάλλοντα, οι κλάδοι των μεγάλων πιθήκων αντίθετα, θα ακολούθησαν μια προσαρμογή (μέσω δενδρικών ειδικεύσεων) στα κλειστά δασικά περιβάλλοντα. Σε γενικές γραμμές αυτό είναι το συμπέρασμα που υποστηρίζεται από τους περισσότερους επιστήμονες σήμερα.


     Κατωτέρω θα παραθέσουμε τα σημαντικότερα ανθρωποειδή ευρήματα που έχουν ανακαλυφθεί έως τώρα (2005), με μια ιεραρχία που εκφράζει την εκτιμώμενη ηλικία τους.


     1. Το γένος  Morotopithecus αντιπροσωπεύεται από το είδος M. bishopi (Gebo et al.,1997) και έχει βρεθεί σε δύο θέσεις ηλικίας  μεγαλύτερης από 20,5 εκ. έτη κοντά στο ηφαίστειο Μορότο της Ουγκάντας στην Αφρική. Προηγουμένως είχε θεωρηθεί ως πρωτόγονο ανθρωποειδές που ανήκει σε αδελφό κλάδο των διαβιώντων ανθρωποειδών (δηλαδή η καταγωγή του δεν οδήγησε σε διαβιώντες απογόνους). Εντούτοις ένας από τους οσφυικούς σπονδύλους του Morotopithecus έχει χαρακτηριστικά γνωρίσματα όπως εκείνα των σύγχρονων πίθηκων, πιθανώς απεικονίζοντας αναρριχητική και ή αιωρητική δραστηριότητα [1,3]. Νεότερη φυλογενετική έρευνα [2] κατατάσσει το γένος αυτό ως πρόγονο των μεγάλων πιθήκων και των ανθρώπων με ενδιαφέρουσες συνέπειες στην ισχύουσα φυλογένεση των ανθρωποειδών.  


     2. Το γένος Proconsul έχει ανακαλυφθεί σε διάφορες θέσεις της Κένυας στην Αφρική, ήδη από την δεκαετία του 60 (Napier & Davis, 1959), με ηλικίες 20-17 εκ. έτη, και παραδοσιακά θεωρείται ως ο κορυφαίος πρόγονος των ανθρωποειδών, παρότι πλέον αμφισβητείται από τον Morotopithecus [2]. Αποτελεί ένα από τα καλύτερα τεκμηριωμένα μειόκαινα ανθρωποειδή δεδομένου ότι τα δείγματά του συμπεριλαμβάνουν αρκετούς σκελετούς και κρανιακό υλικό. Ο Proconsul αναφέρεται ως τετράποδος και μη εξειδικευμένος σε δενδρόβια διαβίωση [1] και είναι πιο γνωστός από τα είδη P. heseloni, P.africanus και  P. nyanzae. Υπό αμφισβήτηση είναι το γεγονός του αν είχε χάσει την ουρά του ή όχι [4].


               3. Το γένος  Afropithecus αντιπροσωπεύεται από το είδος A. turkanensis (Leakey and Leakey, 1986)
          και
έχει βρεθεί στην Κένυα. Η ηλικία του εκτιμάται σε 17,5 εκ. έτη.  Ένα άλλο γένος το Heliopithecus
          leakeyi
(Andrews, P. J., and Martin, L. 1987) που έχει βρεθεί στην Σαουδική Αραβία, πλέον ταυτίζεται
          με το
Afropithecus . Οι Leakey and Walker (1997) αναθεωρώντας όλα τα γνωστά στοιχεία συμπέραναν
         ότι το  Α.
turkanensis ήταν ένα πρωτόγονο μεγαλόσωμο δενδρόβιο τετράποδο παρόμοιο με  το P. nyanzae,
         με μια πρωτόγονη μορφολογία προσώπου και παραγόμενα οδοντικά χαρακτηριστικά με παχύ σμάλτο [5]
         ειδικευμένα για διατροφή σκληρών φρούτων.

                                                                         Εικόνα 1 : A. Γνάθος Morotopithecus B. Κρανίο Afropithecus  
                  

    4. Το γένος Heliopithecus (δείτε Afropithecus)


    5. Το γένος Griphopithecus είναι γνωστό μόνο από οδοντικά υπολείμματα, σε θέσεις της Κεντρικής Ευρώπης (Engelswies [6]) και της Τουρκίας (PaΈsalar και Ηandır) [7], με ηλικία από 16,5-14 εκ. έτη. Θεωρείται το πρώτο ανθρωποειδές που αποίκησε την Ευρώπη από την Αφρική, μετά την ένωση της Αφρικής με την Ευρασία πριν από 18 εκ. έτη, όπως είδαμε στην παράγραφο της Παλαιογεωγραφίας.


     6. Το γένος Equatorius (δείτε Kenyapithecus)


    7. Το γένος Kenyapithecus περιλαμβάνει δύο είδη, το K. wickeri και το K. africanus [8] και έχει βρεθεί σε διάφορες Αφρικανικές θέσεις. Οι Ward et al. (1999)[9] υποστηρίζουν  ότι ο Kenyapithecus  μπορεί να διαιρεθεί σε δύο γένη βασισμένα και στις διαφορετικές γεωγραφικές περιοχές που βρέθηκαν και στην διαφορετική τους ανατομία: το υλικό από το Fort Ternan πρέπει να παραμείνει ως Kenyapithecus wickeri, ενώ τα απολιθώματα από το Tugen Hills και αλλού να αποδοθούν σε ένα νέο γένος με το όνομα Equatorius africanus. Έτσι το υλικό που αποδίδεται στον Equatorius έχει ηλικία 15 εκ. ετών, ενώ αυτό που αποδίδεται στο γένος Kenyapithecus 13,5 εκ. έτη. Γενικά τα δείγματα αυτά, σε σχέση με τα Πρώιμου Μειόκαινου ανθρωποειδή της Αφρικής φαίνεται να διαθέτουν ένα παχύτερο σμάλτο δοντιών, ισχυρότερη κάτω γνάθο, μεγαλύτερους τραπεζίτες και μια πιο επίγεια, σε ανοιχτότερους βιοτόπους, δραστηριότητα.. Οι Begun et al [7] έχουν προτείνει ότι  ο Kenyapithecus έχει εξελιχθεί στην Ανατολία και στην συνέχεια αποίκησε την Αφρική.   


    8. Οι Ishida et al. (1999) περαιτέρω αναγνωρίσαν ένα τρίτο γένος που αντιπροσωπεύεται από το υλικό που αποδίδεται στο Kenyapithecus από το Samburu στην Αφρική. Το γένος αυτό το ονόμασαν Nacholapithecus και έχει ηλικία 13 εκ. ετών [10]. Το Nacholapithecus είναι ένα μέσου μεγέθους ανθρωποειδές, με μάζα 20-22 κιλά (περίπου ο μισός σε σχέση με ένα χιμπαντζή) και ένα πρόσφατο ανακαλυφθέν δείγμα του είναι ένας από τους πληρέστερους σκελετούς ανθρωποειδών που έχει βρεθεί ποτέ [10]. Το Nacholapithecus δεν είχε ουρά [4]και παρουσιάζει παρόμοια κινητήρια ανατομία με το Proconsul από το οποίο όμως διαφέρει από μια πιο ορθια στάση [1]. Γενικά φαίνεται να είχε μια πιο δενδρόβια προσαρμογή από το Kenyapithecus και κάποια χαρακτηριστικά που τον θέτουν ως πιθανό πρόγονο των αφρικανικών μεγάλων πιθήκων .


                9. Το γένος Otavipithecus  που αντιπροσωπεύεται από το είδος Ο. namibiensis (Conroy et al., 1992)
           προέρχεται από την Ναμίμπια της Αφρικής, με ηλικία
13 εκ. έτη. Το δείγμα του αποτελείται από μια
           μερική γνάθο. Παρότι αρχικά συσχετίστηκε με όλα τα μεγάλου σώματος ανθρωποειδή, η σχέση αυτή
           έχει πλέον ατονήσει δεδομένων των νέων στοιχείων [11]. Έτσι φαίνεται να συσχετίζεται με το

          Afropithecus
,
αλλά όχι με τους μεγάλους πιθήκους και τον άνθρωπο. Από την ηλικία αυτή των 13 εκ.
          ετών και μέχρι τα
6 εκ. έτη δεν έχει βρεθεί μέχρι τώρα σκελετικό υλικό ανθρωποειδών στην Αφρική,
          δίνοντας την σκυτάλη στην Ευρασία.

                 Εικόνα 2: Φυλογενετικά συμπεράσματα διαφόρων ερευνητών, όσο αφορά τις εξελικτικές σχέσεις μεταξύ των μειόκαινων
                 ανθρωποειδών και των μεγάλων πιθήκων (Pongo, Gorilla, Pan) και Ανθρώπου.

               

    10. Το γένος  Dryopithecus έχει βρεθεί σε διάφορες θέσεις, από την Ισπανία ως την Γεωργία, με ηλικία από 12,5-9,5 εκ. έτη και θεωρείται ως γένος που εξελίχτηκε στην Ευρώπη. Το Dryopithecus  fontani είναι το παλαιότερο και πιό πρωτόγονο είδος. Στην συνέχεια διασπάστηκε και διαμόρφωσε δύο γεωγραφικά ξεχωριστούς κλάδους, ένα στην Ισπανία με δύο είδη τα D. laietanus και D. crusafonti, και ένα άλλο το D. brancoi (Begun & Kordos,1993) στη Γερμανία και κεντρική Ευρώπη [12]. Επιπλέον, ο Cameron [13] πρότεινε ότι ο Dryopithecus  θα μπορούσε να διαιρεθεί με βάση τη γεωγραφική περιοχή: το γένος  Hispanopithecus να αντιπροσωπεύει το υλικό που βρέθηκε στην Ισπανία και το γένος Rudapithecus  να αντιπροσωπεύει τα δείγματα που βρέθηκαν στην Ουγγαρία. Βέβαια αυτή η ταξινομική διαφοροποίηση δεν είναι ευρέως αποδεκτή. Οι Andrews (1992) και Andrews et al. (1996) θεώρησαν ότι το Dryopithecus είναι μίσχος των αφρικανικών μεγάλων πιθήκων.  Μια άλλη υπόθεση είναι ότι ο Dryopithecus  είναι μέλος ενός Sivapithecus/Pongo κλάδου, ενώ μια τρίτη είναι ότι το Dryopithecus ανήκει στον κλάδο των αφρικανικών πίθηκων και των ανθρώπων (εικόνα 2). Γεγονός είναι ότι ο Dryopithecus παρουσιάζει σκελετικά μια καθαρά κρεμαστήρια συμπεριφορά, παρατηρούμενη για πρώτη φορά στο απολιθωμένο αρχείο των ανθρωποειδών. Περεταίρω διάφορα παραγόμενα κρανιο-οδοντικά χαρακτηριστικά φέρνουν τον Dryopithecus κοντά στην καταγωγή των μεγάλων πιθήκων και του ανθρώπου την στιγμή μάλιστα που δεν υπάρχουν αντίστοιχα ευρήματα στην Αφρική. Έτσι ο Dryopithecus μαζί με τον Ouranopithecus (δείτε κατωτέρω) από την Ελλάδα, αποτελούν τα πιο ισχυρά στοιχεία για την υπόθεση της Ευρωπαϊκής καταγωγής των αφρικανικών μεγάλων πιθήκων και του ανθρώπου. Ο Dryopithecus εκτιμάται ότι ήταν φρουτοφάγος (με προτίμηση στα μαλακά φρούτα), με σχετικά λεπτό οδοντικό σμάλτο και μάζα σώματος κατά μέσο όρο 47 κιλά για τα αρσενικά και 34 κιλά για τα θηλυκά [12].


     11. Το γένος Sivapithecus (προηγουμένως Ramapithecus) προέρχεται από διάφορες θέσεις της ΝΔ Ασίας με ηλικίες 12,5-7 εκ. έτη. Το είδος S. parvada φαίνεται ότι έζησε σε ένα κλειστό δασικό περιβάλλον. Χωρίς να εμφανίζει την εξειδικευμένη κρεμαστήρια προσαρμογή του Dryopithecus, εμφανίζει δενδρική συμπεριφορά η οποία τον σχετίζει με τους  μεγάλους πιθήκους [1]. Άλλα χαρακτηριστικά του είναι το παχύ οδοντικό σμάλτο και τα μεγάλα σαγόνια και δόντια. Θεωρείται από κάποιους ως πρόγονος του Ουρακοτάγκου με βάση κρανιο-οδοντικές ομοιότητες, εντούτοις τα σκελετικά του στοιχεία δείχνουν το αντίθετο [14].


    12. Το γένος Ankarapithecus έχει βρεθεί στο Sinap της Τουρκίας [15]. Ο Ankarapithecus  είναι γνωστός από μια μερική κάτω γνάθο, μια αρσενική γνάθο με ένα τμήμα από το πρόσωπο, και ένα τμήμα κρανίου που ανήκει σε θηλυκό άτομο. Έχει ηλικία 10 εκ. ετών και φέρεται ότι συγγενεύει με τον Σιβαπίθηκο [7].


               13. Το γένος Ouranopithecus (εικόνα 3)προέρχεται από την Β.Ελλάδα και συγχέεται συχνά με ένα
          άλλο ελληνικό γένος αυτό του
Graecopithecus. Περισσότερα για αυτό το γένος μπορείτε να βρείτε στο
          δεύτερο μέρος αυτού του βιβλίου, που αναφέρεται στα ευρήματα από την Ελλάδα. Η Υπόθεση του
          Αιγαιάνθρωπου Ι (Μέρος 3ο) , αποδεικνύει ότι αποτελεί τον πρώτο ανθρωπίδα.

                                                            Εικόνα 3: Υπολείμματα Ουρανοπίθηκου (Ouranopithecus)από την Ελλάδα. 
                     

     14. Το γένος Samburupithecus (Ishida H, Pickford M. 1997) έχει βρεθεί στο Samburu Hills της Κένυα και αντιπροσωπεύεται από μια «γοριλοειδή» άνω γνάθο, τα δόντια της οποίας όμως έχουν παχύτερο σμάλτο από αυτό του γορίλα. Επίσης φαίνεται να αντιστοιχεί σε μέγεθος σώματος ανάλογο του γορίλα. Η ηλικία του υπολογίζεται σε 9,5 εκ. έτη και φέρεται να είναι πολύ σχετικός με τον κλάδο των μεγάλων πιθήκων και του ανθρώπου.


    15. Το γένος Lufengpithecus είναι ένα μεγάλου σώματος ανθρωποειδές, γνωστό από θέσεις της Ν. Κίνας και της Ταυλάνδης με ηλικία 9 εκ. ετών. Πιο πρόσφατα ανακαλύφθηκαν και άλλα δείγματά του με ηλικία περίπου 12 εκ. ετών. Παρουσιάζει έντονο σεξουαλικό διμορφισμό και δόντια με παχύ σμάλτο. Όδοντικά έχει συσχετιστεί με τον Dryopithecus, τον Sivapithecus και το μη υφιστάμενο γένος Ramapithecus καθώς επίσης και με τον ουραγκοτάγκο. Γενικά η φυλογενετική θέση των δειγμάτων του είναι αβέβαιη [16].


               16. Το γένος Gigantopithecus είναι γνωστό από τα είδη, G. giganteus από την Ινδία με ηλικία 6,3
           εκ.
έτη και  G. blackei ηλικίας 2-0.5 εκ. έτη από την Κίνα και την ΝΑ Ασία.. Θα πρέπει να ήταν πολύ
           μεγαλόσωμος (εικόνα 4) και με εξειδίκευση σε ισχυρή μασητική ικανότητα, όπως φαίνεται από τα
           μεγάλα  δόντια και σαγόνια του, πιθανώς δε να τρεφόταν με μπαμπού όπως τα γνωστά μας Πάντα.

               Εικόνα 4: Αναδημιουργία του Gigantopithecus από τους Russell Ciochon και Bill Munns (ο δεύτερος απεικονίζεται στην
              φωτογραφία). Η φωτογραφία αυτή μπορεί να μας δώσει μια ιδέα του μεγάλου σωματικού μεγέθους του
Gigantopithecus, ο
              οποίος μάλιστα επιβίωσε μέχρι τις πολύ πρόσφατες χιλιετηρίδες, όπως φαίνεται από τα απολιθώματα που άφησε. Κάποιοι
              μάλιστα τον συνδέουν με το μυθικό «
Yeti» των Ιμαλαϊων.

                 17. Το γένος Oreopithecus (εικόνα 5) είναι ένα μεγαλόσωμο ανθρωποειδές που προέρχεται  από τα
            
λιμναία ιζήματα της Τοσκάνης (σε παλαιά ορυχεία λιγνίτη) και πιό πρόσφατα από ποτάμιες αποθέσεις 
             παρόμοιας ηλικίας
στην Σαρδηνία. Η ηλικία του εκτιμάται σε 7-9 εκ. έτη και διατροφικά φαίνεται ότι
             ήταν φυλλοφάγος. Το δείγμα αντιπροσωπεύεται από καλά διατηρημένο σκελετικό υλικό, το οποίο
             επιδεικνύει μια (πρωτόγονη) δίποδη συμπεριφορά μοναδική στα έως τώρα μειόκαινα ευρήματα
             ανθρωποειδών [17].

              

      18. Το γένος Khoratpithecus ανακαλύφθηκε πρόσφατα στην Ταυλάνδη και έχει ηλικία 7-9 εκ. έτη [18,19]. Σχετίζεται πάρα πολύ με τον Ουρακοτάγκο, έτσι ώστε πιθανότατα να αποτελεί πρόγονό του.


     19. Το γένος Sahelanthropus ( S. tchadensis) ανακαλύφθηκε επίσης πρόσφατα στο Τσαντ της Δυτικής Αφρικής (εικόνα 8) και αντιπροσωπεύεται από ένα παραμορφωμένο αλλά σχετικά πλήρες κρανίο (εικόνα 6), τρία τμήματα γνάθων και μερικά δόντια [20] καθώς και από άλλα πιο πρόσφατα ανακαλυφθέντα οδοντικά δείγματα από την ίδια περίπου περιοχή [21]. Η ηλικία του εκτιμάται ~ 6-7 εκ. έτη. Πρόσφατη τρισδιάστατη προσομοίωση του παραμορφωμένου κρανίου του [22] προτείνει ότι πιθανόν να είχε προσαρμοστεί σε δίποδη συμπεριφορά, εντούτοις άλλοι ερευνητές [23] αμφισβητώντας αυτά και άλλα στοιχεία, υποστήριξαν ότι μοιάζει περισσότερο με τους χιμπαντζή και γορίλα (και ειδικότερα με θηλυκό γορίλα). Ο βιότοπός του ήταν πιθανόν ένα μωσαϊκό οικοσυστημάτων σε ένα ποτάμιο δέλτα όπως το σημερινό δέλτα του ποταμού Okavango στην σημερινή Μποτσουάνα [24]. Γενικά, διάφορα παραγόμενα χαρακτηριστικά του τον τοποθετούν (σύμφωνα με τους ερευνητές που τον περιέγραψαν) στον κλάδο των ανθρωπιδών, με συνέπεια την αμφισβήτηση της ηλικίας των 6 εκ. ετών για την διάσπαση ανθρώπου- χιμπαντζή που προτείνεται από τα μοριακά στοιχεία. Η φυλογενετική του θέση όμως παραμένει να διευκρινιστεί [25,26]. 


                20. To γένος  Orrorin που αντιπροσωπεύεται από το είδος Ο. tugenensis, βρέθηκε στον
            σχηματισμό
Lukeino, της Κένυα [27] (εικόνα 8). Το σώμα του είναι αντίστοιχο με ενός χιμπαντζή
            σε μέγεθος, ενώ σκελετικά φαίνεται ότι ήταν προσαρμοσμένος σε δενδρόβιες δραστηριότητες,
            αλλά ίσως είχεκαι κάποια δυνατότητα διποδισμού. Τα κρανιο- οδοντικά του χαρακτηριστικά
            παρουσιάζουν ομοιότητες με τα
Homo αλλά και τον χιμπαντζή. Η ηλικία του υπολογίζεται σε 6 εκ.
            έτη. Ο βραχίονας και ο μηρός του
Orrorin είναι 1,5 φορές μεγαλύτεροι από αυτούς του A. afarensis
          
AL 288-1 ( γνωστού ως «Lucy»), το όποιο επιβεβαιώνει ότι οι πρώιμοι ανθρώπινοι πρόγονοι ήταν
           μεγαλύτεροι (σε μέγεθος) από ότι προηγουμένως θεωρείτο. Γενικά σε σχέση με τους ανταγωνιστές
           του (
Sahelanthropus και Ardipithecus) θεωρείται ως επικρατέστερος για την θέση του πρώτου
           ανθρωπίδα στο αρχείο των απολιθωμάτων της Αφρικής (εικόνα 7).

                 Εικόνα 6: Το πρόσφατο ανακαλυφθέν κρανίο του Σαχελάνθρωπου από το Τσαντ στην Αφρική. Εικόνα από την
                 αναφορά [43].

                 21. Το γένος Ardipithecus αντιπροσωπευόμενο από το είδος A.ramidus, προέρχεται από το Aramis,
        
Middle Awash της Αιθιοπίας [28,29] (εικόνα 8). Είναι ηλικίας 4,4 εκ. ετών, με λεπτό πάχος σμάλτων
        
(ωστόσο παχύτερο από αυτό του χιμπαντζή) και χαρακτηριστικά που κάποια από αυτά είναι πιθηκοειδή
         και κάποια άλλα παρόμοια με των μεταγενέστερων ανθρωπιδών. Οι ερευνητές που το περιέγραψαν [28]
         πρότειναν ότι το  Α.
ramidus πρέπει να αποκλεισθεί από την καταγωγή των μεγάλων πιθήκων επειδή
         μοιράζεται διάφορα παραγόμενα ανατομικά χαρακτηριστικά γνωρίσματα με τους πιο πρόσφατους
         ανθρωπίδες, συμπεριλαμβανομένων των σχετικά μικρών ανώτερων κεντρικών κοπτήρων, λιγότερο
         προβάλλοντες κυνόδοντες, ένα  υπο- αναπτυγμένο λειτουργικά ακόνισμα κυνοδόντων,  ευρείες
         τραπεζιτικές κορώνες της κάτω γνάθου, και ένα ινιακό τρήμα (διάβασης νωτιαίου μυελού) το οποίο είναι
        πιο αντίθετα τοποθετημένο απ'ό,τι στους πίθηκους. Το τελευταίο θεωρείται ένδειξη πρώιμου διποδισμού
        και επομένως παραγόμενο χαρακτηριστικό των ανθρωπιδών, πράγμα το οποίο οδηγεί αρκετούς να
        υποστηρίξουν μια φυλογενετική θέση του
Ardipithecus κοντύτερα στον ανθρώπινο κλάδο παρά στον
        κλάδο του χιμπαντζή (αντίθετα από τα αρκετά πιθηκοειδή χαρακτηριστικά του). Ο βιότοπός του φαίνεται
        να ήταν πυκνά δασωμένες εκτάσεις (γεγονός που αντιτίθεται στις υποθέσεις για καταγωγή του διποδισμού
        από προσαρμογή σε ανοιχτούς βιοτόπους) και η διατροφή του φύλλα και μαλακά φρούτα, δεδομένου ότι
        διαθέτει και λεπτό οδοντικό σμάλτο. Η μάζα σώματός του υπολογίζεται σε 40 χλγ. ενώ η χωρητικότητα
        του εγκεφάλου του είναι άγνωστη.

              

Εικόνα 7: Οι Aiello και Collard (2001) [31], μετά την ανακάλυψη του Ο. tugenensis, πρότειναν ότι ο Ardipithecus πιθανόν να ανήκει στην καταγωγή του χιμπαντζή και όχι σε αυτήν του ανθρώπου [31]. Από την άλλη, όπως προκύπτει και από το διάγραμμα, θεωρούν ότι ένα νέο γένος θα πρέπει να ορισθεί, το Praeanthropus, προκειμένου να περιλάβει μόνο τα τάξα που πιθανόν στην ανθρώπινη καταγωγή.

 

           Τα μέχρι τώρα δημοσιευθέντα στοιχεία (σημ: έως το 2006) περιορίζονται κυρίως σε κρανιοδοντικό υλικό,
       ενώ σε επόμενη δημοσίευσή τους [29] οι ερευνητές που ανακάλυψαν τα δείγματα του
Ardipithecus, έκαναν  
       γνωστό ότι έχουν πλέον στην κατοχή τους έναν αρκετά πλήρη σκελετό. Έκτοτε έχουν περάσει 10 χρόνια ,
       αλλά καμία νεότερη ανακοίνωση δεν έχει γίνει.
Περεταίρω με την ανακάλυψη έξι νέων δοντιών στην ίδια 
       περίπου περιοχή (εικόνα 8) που αποδίδονται σε ένα νέο είδος το
Ardipithecus kadabba [30] η χρονολόγησή
       του γένους αυτού επεκτείνεται πλέον στα
5,6 εκ. έτη περίπου, δηλαδή στο Πρόσφατο Μειόκαινο.
                   Εικόνα 8: Οι Αφρικανικές θέσεις στις οποίες έχουν βρεθεί οι πρωιμότεροι εκ των ανθρωποειδών που έχουν προταθεί
                   ως Ανθρωπίδες.